Γειά σας φίλοι κηπουροί!

Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας την αγάπη μου για την κηπουρική και να συγκεντρώσω στον ίδιο χώρο όσες περισσότερες πληροφορίες υπάρχουν για τα αγαπημένα μου φυτά!

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Ιβίσκος Κινέζικος VS Ιβίσκος Συριακός

                                              

    Ιβίσκος! Τί να πει κανείς για αυτό το όμορφο, εξωτικό φυτό; Από πού να ξεκινήσει; Σε αυτό το άρθρο δε θα προσπαθήσω να γράψω ύμνους για τα όμορφα λουλούδια του, ούτε να παραθέσω φωτογραφικό υλικό από τους ατελείωτους χρωματικούς συνδυασμούς που διαθέτει. Αντίθετα, θα ήθελα να περιγράψω εν συντομία τα βασικά χαρακτηριστικά των 2 πιο γνωστών ειδών ιβίσκου που συναντάμε στα φυτώρια της χώρας μας, καθώς και να αναφέρω τις βασικές καλλιεργητικές φροντίδες του φυτού. Φυσικά, περιμένω τα σχόλιά σας και τις επισημάνσεις σας, μιας και δεν είμαι ειδικός. Απλά ένας ένθερμος θαυμαστής του είδους! Αρχικά να πούμε κάποιες γενικές πληροφορίες ως εισαγωγή στο θέμα μας. Ο Ιβίσκος είναι αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό που ανήκει στην τάξη Μαλαχώδη και στην οικογένεια Μαλαχοειδή με 200 είδη δέντρων, ποωδών φυτών και θάμνων. Η καταγωγή του είναι από την Ανατολική Ασία. Τα φύλλα του έχουν νευρώσεις, εναλλάσσονται και έχουν μίσχους. Τα άνθη του έχουν 5 μεγάλα πέταλα είναι σε σχήμα κώνου και συνήθως έχουν χρωματισμούς κόκκινους, λευκούς, ροζ και κίτρινους, αν και έχουν δημιουργηθεί αρκετές διασταυρώσεις, από τις οποίες έχουν προκύψει πανέμορφα φυτά, που εκτείνονται σε μεγαλύτερο εύρος της χρωματικής παλέτας. Τα περισσότερα είδη είναι θάμνοι και καλλωπιστικά φυτά. Ένα είδος ιβίσκου είναι και η μπάμια. Και τώρα, αφού αναφέραμε κάποιες γενικές πληροφορίες για το φυτό, πάμε να γνωρίσουμε το κάθε είδος ξεχωριστά.

 

Ιβίσκος ο Σινικός (Hibiscus rosa-sinensis)

                           



            Με καταγωγή από την Κίνα, είναι ίσως από τα πιο γνωστά είδη ιβίσκου που κυκλοφορούν στο εμπόριο. Διαθέτει αρκετά μεγάλα άνθη, κυρίως κόκκινου χρώματος. Για αυτό το λόγο λέγεται και ‘κινέζικο ρόδο’. Ωστόσο, μετά από τις συνεχείς διασταυρώσεις έχουν προκύψει δεκάδες χρωματικοί συνδυασμοί, κάποιοι από τους οποίους θεωρούνται και συλλεκτικοί για τους απανταχού φανατικούς του είδους! Ο εν λόγω ιβίσκος κυριαρχεί με την παρουσία του στο ελληνικό φυτώριο. Ανθίζει  από την άνοιξη μέχρι τα τέλη φθινοπώρου, ενώ εάν οι συνθήκες του το επιτρέπουν μπορεί να μας χαρίζει τα όμορφα λουλούδια του και το γυαλιστερό, πράσινο φύλλωμά του καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Προτιμά ηλιόλουστες θέσεις για να μας χαρίσει πλούσια ανθοφορία (σε ημισκιερές θέσεις παράγει λιγότερα άνθη), ενώ αγαπά τα εδάφη που διαθέτουν καλή αποστράγγιση. Το φυτό φυτεύεται στο χώμα ή τη γλάστρα, με τη 2η επιλογή να είναι και η πιο δημοφιλής στο ελληνικό σπίτι, ενώ είναι αρκετά εύκολο να διατηρείται μόνιμα και εντός σπιτιού. Μπορεί εύκολα να φτάσει και να ξεπεράσει τα 2 μέτρα σε ύψος  (ακόμη και όταν είναι φυτεμένος στη γλάστρα). Για αυτό το λόγο, αρχές άνοιξης προχωράμε σε ένα κλάδεμα για να αφαιρέσουμε τυχόν ξερά κλαδιά, να τονώσουμε το φυτό, αλλά και να του δώσουμε το επιθυμητό σχήμα.

Να αναφερθεί πως ο Ιβίσκος ο Σινικός προτιμά απάνεμες θέσεις, ενώ εάν ο χειμώνας στην περιοχή μας είναι βαρύς με παγετούς και χιονοπτώσεις, τότε το φυτό μας πρέπει να προστατεύεται. Αυτό συνήθως γίνεται, είτε φέρνοντας το φυτό στο εσωτερικό του σπιτιού, όπου ναι μεν μπορεί να ρίξει τα φύλλα του, θα επιβιώσει δε, είτε σκεπάζοντας το φυτό με κάποιο αντιπαγετικό ύφασμα που κυκλοφορεί στο εμπόριο. Ωστόσο, ο χειμώνας στη χώρα μας είναι δύσκολη περίοδος για τον κινέζικο ιβίσκο. Συνήθως, πολλοί κηπουροί στέλνουν στα τέλη του χειμώνα φωτογραφίες από ιβίσκους που φαίνονται εντελώς ξεραμένοι ενώ παρουσιάζουν έντονη φυλλόπτωση και ρωτάνε εάν το φυτό τους μπορεί να σωθεί. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η απάντηση είναι ναι! Προχωράμε σε ένα γενναίο κλάδεμα. Εάν παρατηρήσουμε πράσινο χρώμα (και όχι καφέ) εντός του κορμού, σημαίνει πως το φυτό μας θα ανακάμψει, αν και αρκετές φορές πολλοί ιβίσκοι με φαινομενικά ξεραμένα κλαδιά και κορμό μας εκπλήσσουν ευχάριστα! Λιπαίνουμε ελαφρά με υδατοδιαλυτό σίδηρο και κοκκώδες λίπασμα αργής αποδέσμευσης και προχωράμε σε ελαφρύ πότισμα. Παράλληλα, τοποθετούμε το φυτό μας σε ηλιόλουστη θέση, προστατευμένο από τους ανέμους. Έτσι αυξάνουμε τις πιθανότητες να επιστρέψει το φυτό μας μέχρι το καλοκαίρι! Σε γενικές γραμμές, μην εγκαταλείπετε τον ιβίσκο σας, ούτε να τον θεωρήσετε ξεγραμμένο. Δείξτε του αγάπη και θα σας ανταμείψει!

 

Ιβίσκος ο Συριακός (Hibiscus Syriacus)





Αυτό το είδος είναι το επόμενο πιο δημοφιλές είδος ιβίσκου που συναντάμε στα φυτώρια, τα σπίτια, αλλά και το αστικό τοπίο γενικότερα. Αλλιώς λέγεται και Αλθέα. Είναι φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό καλλωπιστικό δέντρο με πολύ ωραία μεγάλα άνθη, λευκού, μωβ, ή ροζ χρώματος. Ανθίζει το καλοκαίρι. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, τριγωνικά και οδοντωτά. Συνήθως φυτεύεται κατά μήκος των δρόμων, όπου και το συναντάμε σαν δέντρο που φτάνει τα 2,5-3 μέτρα σε ύψος. Πρόκειται για ξαδερφάκι του Hibiscus Sinensis, αν και  θεωρείται πιο ανθεκτικό φυτό. Συγκεκριμένα, σε αντίθεση με το ξαδερφάκι του αντέχει το ψύχος (έως και -25 βαθμούς), αν και δεν το προτιμά. Παράλληλα είναι πολύ ανθεκτικός και στην ξηρασία, όπως βέβαια και ο κινέζικος ιβίσκος. Διαθέτει όμορφα άνθη, ενώ χαρακτηρίζεται από έντονη παραγωγικότητα σε λουλούδια, τα οποία μπορεί να μη διαρκούν αρκετά (συνήθως 1-2 μέρες), αλλά η έντονη ανθοφορία του χαρίζει χρώμα συνεχώς. Ο Hibiscus Syriacus είναι φυλλοβόλος θάμνος ή δέντρο όπως προαναφέρθηκε. Το χειμώνα ρίχνει τα φύλλα του και επανέρχεται νωρίς την άνοιξη, ενώ παραμένει σε άνθιση από τα τέλη της άνοιξης μέχρι και τα πρώτα κρύα του φθινοπώρου. Καλό είναι να φυτεύεται στο χώμα, καθώς μιλάμε για ένα ταχείας ανάπτυξης φυτό το οποίο μπορεί να μεγαλώνει κατά περισσότερο από 50-60 cm ανά έτος. Φυτεύεται όμως και σε γλάστρες, αρκεί να επιλεγεί μία με μεγάλο βάθος και διάμετρο. Σε αυτήν την περίπτωση ένα ετήσιο κλάδεμα κάθε αρχή άνοιξης είναι ευεργετικό για το φυτό, αλλά και για το χώρο μας, έτσι ώστε να ελέγχουμε την ανάπτυξη και το συνολικό του μέγεθος. Μπορεί να μη διαθέτει το ίδιο μεγάλα και εντυπωσιακά άνθη όπως ο κινέζος συγγενής του, ωστόσο η προθυμία του φυτού να μας χαρίσει άνθη δεν αφήνει ασυγκίνητο τον ένθερμο κηπουρό. Και αυτό το είδος ιβίσκου αρέσκεται στις ηλιόλουστες θέσεις και αγαπά το έδαφος με καλή αποστράγγιση. Όντας φυτό με πράσινο φύλλωμα καλό είναι να λιπαίνεται με υγρό σίδηρο κάθε 15 μέρες για να συνεχίσει να διατηρεί το έντονο χρώμα των φύλλων του. Τέλος, θα λέγαμε πως ο Συριακός Ιβίσκος είναι ένα αρκετά εύκολο φυτό για τον αρχάριο κηπουρό.

 

Σημειώσεις

1.     Ο κινέζικος ιβίσκος συνήθως ελαττώνει την ανθοφορία του σε περιόδους καύσωνα και ειδικά όταν έρχεται σε επαφή με τον καυτό μεσημεριανό ήλιο του καλοκαιριού.

2.     Όλοι οι ιβίσκοι ζητάνε νερό, ειδικά κατά την περίοδο ανθοφορίας τους, αλλά με μέτρο. Τα βαριά, υγρά εδάφη όπου το νερό δε στεγνώνει εύκολα μπορεί να προκαλέσουν κιτρίνισμα και πτώση των φύλλων.

3.     Οι ιβίσκοι καλό είναι να λιπαίνονται την άνοιξη και το καλοκαίρι με λίπασμα για ανθοφόρα φυτά, είτε υγρό είτε κοκκώδες, ενώ όπως έχουμε ήδη πει η εφαρμογή υδατοδιαλυτού σιδήρου σε σκόνη κάθε 2-3 εβδομάδες είναι βασικό κλειδί για τη διατήρησή του, ιδιαίτερα σε γλάστρα όπου τα θρεπτικά συστατικά ξεπλένονται μετά από κάθε πότισμα.

4.     ΠΡΟΣΟΧΗ: ΔΕ λιπαίνουμε κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή όταν οι θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 36-37 βαθμούς το καλοκαίρι.

5.     O Συριακός Ιβίσκος είναι αυτό που φέρνει στα ράφια του για Ιβίσκο γνωστή αλυσίδα σούπερ-μάρκετ.

 

Αυτά ήταν λοιπόν τα 2 πιο δημοφιλή είδη ιβίσκου στη χώρα μας. Φυσικά, δε σημαίνει πως υπάρχουν μόνο αυτά. Στα οργανωμένα φυτώρια μπορείτε να γνωρίσετε και άλλα όμορφα υποείδη όπως ο Ιβίσκος της Ερυθραίας (Hibiscus sabdariffa), γνωστός για το ευεργετικό, τονωτικό αφέψημα που φτιάχνεται από τα άνθη του, αλλά και ο Ιβίσκος ο Καννάβιος (Hibiscus cannabinus) ή αλλιώς Κενάφ με τα όμορφα κίτρινα και μωβ άνθη του, από το οποίο παράγεται εξαιρετικής ποιότητας κλωστοϋφαντουργική ίνα, αλλά και χαρτί. Όποιον όμως και να επιλέξετε να πάρετε κοντά σας, να ξέρετε ότι φέρνετε στο χώρο σας έναν πολυετή σύντροφο για τον οποίο θα μιλάει όλη η γειτονιά! Καλή επιτυχία και καλό φύτεμα!

            Πηγή:                                         https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%99%CE%B2%CE%AF%CF%83%CE%BA%CE%BF%CF%    82

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Γιατί (προσπαθώ να) ποτίζω με βρόχινο νερό;

     


    

        Όλοι μας έχουμε μνήμη από τη μυρωδιά της ατμόσφαιρας και του χώματος έπειτα από μία έντονη μπόρα, ειδικά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Νιώθεις τη φύση να ξεδιψάει. Το χώμα να ζωντανεύει και το πράσινο των δέντρων και των λουλουδιών να γυαλίζει. Υπάρχει λόγος που συμβαίνει αυτό και λέγεται βροχή. Ένα δώρο που οι περισσότεροι από εκείνους που διατηρούν κάποιο φυτάκι, είτε εντός είτε εκτός σπιτιού, αγνοούν. Πριν όμως αναλύσουμε τα βασικά πλεονεκτήματα του βρόχινου νερού, καλό θα ήταν να δούμε τί περιέχει το νερό του οικιακού μας δικτύου.

        Είναι γεγονός πως η εύκολη λύση είναι να ποτίσει κανείς με το νερό της βρύσης. Γνωρίζετε όμως πως το νερό του δικτύου περιέχει πολλές βλαβερές ουσίες που σε βάθος χρόνου συσσωρεύονται στο χώμα και δημιουργούν προβλήματα; Πόσο μάλλον όταν το χώμα αυτό είναι το χώμα μιας γλάστρας. Εκεί το πρόβλημα εμφανίζεται πιο γρήγορα και είναι πιο έντονο. Το νερό της βρύσης μας περιέχει χλώριο. Αυτό το γνωρίζουν όλοι. Το νερό χλωριώνεται για να σκοτωθούν οι παθογόνοι μικροοργανισμοί που μπορεί να κρύβονται σε αυτό, έτσι ώστε να φτάσει καθαρό στο ποτήρι μας. Αυτό που κάνει όμως το χλώριο στο χώμα ενός κλειστού περιβάλλοντος, όπως αυτό της γλάστρας είναι να σκοτώνει ωφέλιμα βακτήρια που προωθούν τη μακροζωία ενός φυτικού οργανισμού. Και σε συνδυασμό με την αυξημένη ολική σκληρότητα του νερού, δημιουργείται μία ωρολογιακή βόμβα μέσα στο χώμα. Η συσσώρευση χλωρίου και αλάτων γύρω από τις ρίζες τις 'καίει' και τις δηλητηριάζει καθώς εμποδίζουν τη μεταφορά οξυγόνου προς αυτές και δεν τους επιτρέπει να αναπνεύσουν. Άλλα φυτά αντέχουν περισσότερο, άλλα λιγότερο. Ένα είναι σίγουρο. Όλα τους υποφέρουν. Παράλληλα, η παρουσία άλλων βαρέων μετάλλων στο νερό του δικτύου, όπως ο μόλυβδος και ο ψευδάργυρος επιδεινώνει περαιτέρω την κατάσταση και καθιστά το νερό της βρύσης προϊόν προς αποφυγή, όχι μόνο για τα φυτά αλλά και για τον άνθρωπο. 

    Φυτά ευαίσθητα στο νερό του δικτύου 

        Υπάρχουν αρκετά φυτά που είναι ευαίσθητα στο νερό της βρύσης. Πολλά από αυτά τα έχει πολύς κόσμος στο σπίτι του και δεν γνωρίζει πως να τα ποτίσει σωστά. Μερικά από αυτά είναι τα οξύφυλλα (γαρδένια, ορτανσία, αζαλέα, καμέλια, ροδόδεντρο), αλλά και αρκετά φυτά εσωτερικού χώρου όπως τα φοινικοειδή κέντια, αρέκα και χαμαιδωρέα, όλα τα είδη καλαθέας, η μονστέρα, η παχίρα, ο φίκος lyrata και φυσικά οι ορχιδέες. Η λίστα δεν έχει τελειωμό! Τα εν λόγω φυτά αγαπούν το καθαρό νερό. Είναι ευαίσθητα στα χημικά του νερού και ιδιαίτερα στο χλώριο. Παράλληλα, όλα τους αγαπούν το ελαφρώς όξινο νερό, μιας και με αυτό ποτίζονται ελεύθερα στη φύση. Αυτό είναι άλλο ένα στοιχείο στο οποίο υπολείπεται το νερό που βγαίνει από τη βρύση. Το ph του είναι αλκαλικό, πολύ πάνω από το 7 που είναι η ουδέτερη τιμή. Ζώντας σε ένα αλκαλικό περιβάλλον τα προαναφερθέντα φυτά σε βάθος χρόνου εμφανίζουν προβλήματα καθώς δε μπορούν να τραφούν σωστά και να απορροφήσουν θρεπτικά συστατικά. 

    Πλεονεκτήματα του βρόχινου νερού

        Από που να ξεκινήσει κανείς! Από τα προφανή: το νερό της βροχής δεν περιέχει βαρέα μέταλλα. Περιέχει πολλαπλάσιες ποσότητες οξυγόνου σε σύγκριση με το νερό της πόλης, για αυτό και τα φυτά προσλαμβάνουν πολύ μεγαλύτερη ποσότητα αυτού του βασικού στοιχείου. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που έχουμε ραγδαία ανάπτυξη των φυτών στη φύση έπειτα από αλλεπάλληλες βροχοπτώσεις. Παράλληλα, το βρόχινο νερό, καθώς πέφτει από τον ουρανό, παγιδεύει άζωτο που βρίσκεται στην ατμόσφαιρα και φτάνει στο έδαφος επιπλέον εμπλουτισμένο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί ένα ήπιο και πάνω από όλα φυσικό αζωτούχο λίπασμα, κάτι που τα φυτά εκτιμούν. Επιπλέον, το βρόχινο νερό μπορείτε κάλλιστα να το ψεκάζετε στο φύλλωμα των φυτών με μία ψεκαστήρα, για να δροσίσετε τα φύλλα σε περιόδους υψηλών θερμοκρασιών και όχι μόνο, χωρίς να μένουν σημάδια από άλατα, όπως συμβαίνει με το νερό του δικτύου.  Τέλος, το ph του βρόχινου νερού είναι συνήθως ουδέτερο ή ελαφρώς όξινο. Αυτό δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου οι ρίζες των φυτών αναπνέουν καλύτερα ενώ διευκολύνεται και η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών από το χώμα. 

    Συλλογή βρόχινου νερού 

        Το βρόχινο νερό συλλέγεται κυρίως το χειμώνα οπότε και η βροχόπτωση είναι μεγάλη. Για οικιακή χρήση θα πρότεινα να χρησιμοποιείτε λεκάνες, ποτιστήρια ή δοχεία που έχουν φαρδιά επιφάνεια για να μπορούν να μαζεύουν όσο περισσότερο νερό γίνεται. Μία δημοφιλής πρακτική, την οποία και ακολουθώ, είναι να τοποθετούμε το δοχείο συλλογής που διαθέτουμε κάτω από κάποια υδρορροή στο σπίτι μας . Αυτό μπορεί να είναι είτε κάτω από κάποιο λούκι του σπιτιού είτε μέχρι και στην άκρη μιας τέντας όπου διατρέχει το νερό. Ο κάθε χώρος προσφέρει και διαφορετικές δυνατότητες. Προσοχή όμως! Σιγουρευτείτε πως το νερό που συλλέγετε δεν ξεπλένει επιφάνειες φτιαγμένες από επιβλαβείς ουσίες όπως πλαστικό χρώμα ή σκουριασμένα μέταλλα, διότι αυτές θα περάσουν μέσα στο νερό που μαζεύετε και θα αλλοιωθεί η ποιότητά του. Η αποθήκευση του μπορεί να γίνει σε πλαστικά βαρέλια (π.χ. λαδιού) αρκεί να διαθέτουν μία κάνουλα ή ακόμη και σε μπουκάλια νερού, εάν μιλάμε για μικρότερες ποσότητες. Προσωπικά, έχω δει ότι ένα πλαστικό βαρέλι 40-50 λίτρων καλύπτει τις ανάγκες αποθήκευσης βρόχινου νερού που προορίζεται για 10 φυτά εσωτερικού χώρου για περίπου 6 μήνες. 


Επίσης, να σημειώσω πως εάν το δοχείο αποθήκευσης νερού φυλάσσεται μακριά από τον ήλιο και είναι σφραγισμένο καλά ώστε να μην είναι προσβάσιμο σε έντομα και τρωκτικά τότε μπορεί να διατηρηθεί για τουλάχιστον 6-8 μήνες. Επίσης, είναι σύνηθες φαινόμενο στη χώρα μας να βρέχει αφρικανική σκόνη. Σε αυτή την περίπτωση το νερό που συλλέξαμε είναι θολό. Καλύτερα να αποφεύγεται η συλλογή τέτοιου νερού καθώς μπορεί να περιέχει και άλλες βλαβερές ουσίες που έχουν μεταφερθεί μαζί με τη σκόνη, όπως διάφορα αλλεργιογόνα. 

    Σημειώσεις

            Σε βιομηχανικές περιοχές που πλήττονται από τη ρύπανση, συχνά εμφανίζεται το φαινόμενο της όξινης βροχής. Γενικά, αποφεύγουμε να συλλέγουμε βρόχινο νερό από περιοχές με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα καθώς η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι έκδηλη και στο νερό που πέφτει μέσω της βροχής. Τέλος, να πούμε πως το βρόχινο νερό, όσο καθαρό και να ναι, δε συνίσταται η απευθείας κατανάλωσή του από τον άνθρωπο, προτού προχωρήσουμε σε κάποιο φιλτράρισμά ή βρασμό, έτσι ώστε να απολυμανθεί. 

        Συμπέρασμα: Εμπιστευτείτε αυτό το δώρο της φύσης και δοκιμάστε το με τα δικά σας φυτά, ενώ παράλληλα συμβάλετε στην εξοικονόμηση αυτού του πολύτιμου αγαθού!

Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

Λεβάντα: Φύτευση, Νερό, Φροντίδα

 



    Μιας και σε προηγούμενο άρθρο ταυτοποιήσαμε τα 5 συχνότερα είδη λεβάντας που συναντάμε στα ελληνικά φυτώρια, ήρθε η ώρα να μιλήσουμε για τη φύτευση, τη φροντίδα και το πότισμα αυτού του αξιοθαύμαστου αρωματικού φυτού! 

            Ο καθένας μπορεί να διατηρήσει ένα φυτό λεβάντας στο χώρο του κι ας μη διαθέτει κάποιο παρτέρι. Το ιδανικό φυσικά είναι το φυτό να φυτευτεί στο έδαφος, όπου θα μπορέσει να αναπτύξει το ριζικό του σύστημα με φυσιολογικό τρόπο και θα αναδείξει όλη του τη χάρη γενικότερα. Παρόλα αυτά, σε αυτό το άρθρο θα επικεντρωθούμε στη φύτευση λεβάντας στη γλάστρα. Αυτή η επιλογή μας δίνει τη δυνατότητα να χαρούμε το άρωμα και το υπέροχο μωβ χρώμα αυτού του μεσογειακού φυτού κι ας μη διαθέτουμε χώρο στο έδαφος. Πάμε λοιπόν να ξεκινήσουμε.

Εποχή φύτευσης

            Αν και η λεβάντα είναι πλήρως προσαρμοσμένη στο ελληνικό κλίμα και η φύτευσή της είναι δυνατή καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, υπάρχει ένας γενικός κανόνας κατά τον οποίο η φύτευση γίνεται το φθινόπωρο, οπότε και οι θερμοκρασίες δεν παρουσιάζουν ακραίες τιμές και το ίδιο το φυτό μπαίνει σε περίοδο ξεκούρασης έτσι ώστε να μαζέψει δυνάμεις για την επόμενη χρονιά. Φυσικά, η λεβάντα μπορεί να φυτευτεί και αρχές άνοιξης αφού ο καιρός σταθεροποιηθεί και εκλείψουν οι όποιοι παγετοί στην περιοχή μας. Γενικά, αποφεύγουμε τη φύτευση κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού ή του χειμώνα, καθώς τότε οι μέσες τιμές θερμοκρασίας κυμαίνονται στα ετήσια άκρα τους. Οι ακραίες θερμοκρασίες που επικρατούν αυτές τις περιόδους δε θα επιφέρουν απαραίτητα αποτυχία στην εγκαθίδρυση του φυτού μας, αλλά μειώνουν αρκετά την πιθανότητα επιτυχίας μας με το φυτό. Γενικά, η λεβάντα είναι ένα πολύ ανθεκτικό φυτό, τόσο στο κρύο όσο και στη ζέστη μιας και κατάγεται από τη Μεσόγειο. Όμως ο παγετός και ο έντονος ήλιος του καύσωνα είναι στοιχεία που μπορούν να τη βλάψουν σε ανεπανόρθωτο βαθμό. Για αυτό λοιπόν επιλέγουμε μία εποχή όπου η θερμοκρασία είναι ήπια και δε σημειώνει ακραίες εξάρσεις.

Σημείο φύτευσης

            Η λεβάντα, όπως και όλα τα αρωματικά φυτά αγαπά τις ηλιόλουστες θέσεις και το άμεσο ηλιακό φως. Απαιτεί αρκετές ώρες άμεσου ηλιακού φωτός για να έχει πλούσια ανθοφορία. Ωστόσο, καταφέρνει να επιβιώνει και σε ημισκιερές θέσεις που δέχονται λιγότερο φως, όχι όμως και σε εντελώς σκιαζόμενες. Προσοχή όμως. Όταν φυτεύουμε νεαρά φυτά λεβάντας σε γλάστρα, αποφεύγουμε να την τοποθετούμε σε μέρη όπου την καίει ο μεσημεριανός ήλιος του καλοκαιριού. Το φυτό όντας νεαρό σε ηλικία, δεν έχει προλάβει να αναπτύξει ρίζα και να εγκατασταθεί στο δοχείο που το φυτέψαμε. Δε μπορεί λοιπόν να τραβήξει το νερό που χρειάζεται και εάν εκτίθεται στο μεσημεριανό ήλιο για ώρα, τότε κινδυνεύουμε να το χάσουμε. Ούτε επίσης είναι συνετό να το ποτίζουμε περισσότερο για να ισορροπήσουμε αυτή την έντονη έκθεση στον ήλιο, καθώς εμφανίζονται σαπίσματα στη ρίζα του. Για αυτό κατά την αρχική τοποθέτησή της στη γλάστρα και όσο το φυτό μας προσαρμόζεται, επιλέγουμε κυρίως ανατολικό ή νότιο προσανατολισμό, αποφεύγοντας τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού. Αφού εγκατασταθεί το φυτό (μετά από 2 μήνες τουλάχιστον) μπορούμε να μετακινήσουμε τη γλάστρα μας σε σημείο που δέχεται περισσότερο ήλιο. Βέβαια αυτό το πρόβλημα δεν υφίσταται σε τόσο μεγάλο βαθμό, όταν η λεβάντα φυτεύεται στο έδαφος.

 

Χώμα φύτευσης και πότισμα

            Για τη φύτευση της λεβάντας σε γλάστρα επιλέγουμε δοχεία με τουλάχιστον 30 cm βάθος έτσι ώστε να δώσει στο φυτό τη δυνατότητα να αναπτύξει το ριζικό του σύστημα. Η λεβάντα αγαπάει τα βραχώδη εδάφη που στραγγίζουν πολύ καλά και δε συγκρατούν νερό. Ευδοκιμεί εξαίσια σε φτωχά σε θρεπτικά χώματα. Για αυτό λοιπόν, κατά τη φύτευση επιλέγουμε χώμα χωρίς πολύ τύρφη ή οργανική ουσία, έτσι ώστε να στεγνώνει γρήγορα. Για να ενισχύσουμε αυτή την ιδιότητα του χώματος, μπορούμε να αναμείξουμε σε αυτό μικρές πέτρες ή ποταμίσια άμμο, υλικά που μπορούμε να προμηθευτούμε από τα οργανωμένα φυτώρια. Όπως καταλαβαίνουμε η σωστή αποστράγγιση του χώματος είναι ζωτικής σημασίας για το φυτό. Ως καλλιέργεια θεωρείται ξηρική, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις σε νερό μετά το 2ο χρόνο. Όσο το φυτό είναι νεαρό και κατά τα πρώτα 2 χρόνια στη γλάστρα καλό είναι να του δίνουμε λίγο παραπάνω νεράκι το καλοκαίρι, αφού πρώτα χρησιμοποιήσουμε υγρασιόμετρο και πάρουμε μία ένδειξη γύρω στο 3/10 (περισσότερα για τη χρήση του υγρασιόμετρου σε προηγούμενο άρθρο). Γενικά, αφήνουμε το χώμα να στεγνώνει καλά ανάμεσα στα ποτίσματα, ενώ το χειμώνα αν η γλάστρα είναι εκτεθειμένη στη βροχή, δεν ποτίζουμε καθόλου. Αν προστατεύεται από τη βροχή, τότε κάνουμε ένα πότισμα μία φορά το μήνα για συντήρηση.

 

Συμβουλές φύτευσης

            Η λεβάντα ταιριάζει απόλυτα σε γλάστρα μαζί με την ελιά! Είναι και οι δύο ξηρικά φυτά και έχουν ίδιες σχεδόν απαιτήσεις τόσο σε νερό όσο και σε φως. Τέλος, αν και δεν είναι απαραίτητο είναι αρκετά καλό να προτιμήσουμε κάποιο υλικό εδαφοκάλυψης μετά τη φύτευση, με το αγαπημένο της λεβάντας να είναι η πέτρα! Καλύπτουμε την επιφάνεια της γλάστρας με πέτρες μεσαίου μεγέθους. Αυτό μονώνει το φυτό τόσο από το κρύο όσο και από τη ζέστη και προστατεύει της επιφανειακές της ρίζες, γεγονός πολύ σημαντικό ιδιαίτερα κατά τον πρώτο καιρό μετά τη φύτευση! Το όλο σύνολο, ελιά – λεβάντα – πέτρα, δημιουργεί μία μεσογειακή εικόνα ακαταμάχητης ομορφιάς. Δοκιμάστε το!




 

Τέλος, να πούμε ότι αρκετές φορές παρατηρείται ξήρανση χαμηλά στο φυτό (ενώ το υπόλοιπο στην κορυφή παραμένει πράσινο και ζωντανό) για τις λεβάντες που είναι στη γλάστρα. Δεν ανησυχούμε. Προχωράμε σε ένα κλάδεμα περίπου 2/5 του φυτού, ποτίζουμε ελαφρά και τοποθετούμε σε ηλιόλουστη θέση. Το φυτό επιστρέφει θριαμβευτικά! Παράλληλα μπορούμε να προχωρήσουμε σε ελαφριά λίπανση με μπλε κοκκώδες λίπασμα αργής αποδεύσμευσης αν και δεν είναι αναγκαίο! Τελευταία συμβουλή: αφήστε τη λεβάντα στην ησυχία της και μην της δείχνετε υπερβολική αγάπη με επιπλέον ποτίσματα και λιπάσματα! Ξεχάστε την και θα σας θυμηθεί εκείνη όταν νιώσει έτοιμη!  Περιμένω τις εντυπώσεις σας από τη λεβάντα!

Είναι το φως που έχω αρκετό για τα φυτά μου;

         



Όταν ξεκινούσα το όμορφο ταξίδι μου με την κηπουρική, υπήρξαν αρκετές φορές που κάποιο φυτάκι που διατηρούσα στο εσωτερικό του σπιτιού μου έδειχνε πως δεν περνάει καλά. Σχεδόν πάντα και με αυτόματο τρόπο, το μυαλό μου πήγαινε στην έλλειψη νερού ή λιπάσματος με αποτέλεσμα, προς μεγάλη μου απογοήτευση, το φυτό μου να μην τα καταφέρνει. Μου πήρε αρκετό καιρό να συνειδητοποιήσω πόσο σημαντικός παράγοντας είναι το φως. Είναι μία παράμετρος που είτε αγνοούμε είτε δεν έχουμε κατανοήσει σε επαρκή βαθμό. Μετά από πολλά χρόνια νιώθω έτοιμος να καταθέσω τα δικά μου συμπεράσματα επάνω στο θέμα ‘φως και φυτά εσωτερικού χώρου’. Αρκετοί φίλοι με ρωτάνε ‘πήρα το τάδε φυτό – πού το βάζω μέσα στο χώρο μου?’. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται από το είδος του φυτού.

Ξεκινάμε από αυτό. Δεν έχουν όλα τα φυτά εσωτερικού χώρου τις ίδιες απαιτήσεις σε φώς. Υπάρχουν φυτά που το λατρεύουν, ενώ κάποια άλλα προτιμούν πιο σκιαζόμενες θέσεις. Ένα είναι σίγουρο όμως. ΚΑΝΕΝΑ φυτό που ζει μέσα στο εσωτερικού ενός σπιτιού δε μπορεί να επιβιώσει σε συνθήκες απόλυτου σκοταδιού. Ούτε καν αυτά που χαρακτηρίζονται ως low-light φυτά, όπως οι Σανσιβιέριες και οι Ζάμιες. Πάμε να μιλήσουμε τώρα για έναν πολύ σημαντικό παράγοντα που επηρεάζει τη βιωσιμότητα του κάθε φύτου μέσα στο σπίτι μας.

 

Ο Προσανατολισμός του Σπιτιού μας

            Αυτό λοιπόν είναι ίσως το πιο σημαντικό στοιχείο που πρέπει να λάβουμε υπόψιν πριν καν προχωρήσουμε στην αγορά ενός νέου φυτού. Έχει το σπίτι μας τον κατάλληλο προσανατολισμό έτσι ώστε το εσωτερικό του να δέχεται επαρκή ποσότητα ηλιακού φωτός; Αυτό είναι αρκετά εύκολο να το παρατηρήσουμε και να βασιστούμε σε ορισμένους σταθερούς κανόνες. Κατ’αρχήν, ένα παράθυρο με νότιο προσανατολισμό θεωρείται το πιο φωτεινό, καθώς δέχεται φως σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας. Εν αντιθέσει, ένα βορινό παράθυρο δέχεται το λιγότερο φως και αυτό με έμμεσο τρόπο. Συνεπώς, αμέσως αμέσως συμπεραίνουμε πως ένα νότιο παράθυρο υπερτερεί ως θέση φύτευσης έναντι ενός βορινού. Σωστά. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις. Ένα ανατολικό παράθυρο δέχεται φως μόνο τις πρωινές ώρες, ενώ ένα παράθυρο με δυτικό προσανατολισμό λαμβάνει φως κυριώς τις απογευματινές ώρες. Κατά κανόνα, ο ιδανικός ήλιος είναι ο πρωινός, οπότε και το φως του είναι πιο ήπιο και δεν καίει. Ο μεσημεριανός ήλιος από την άλλη θα πρέπει να αποφεύγεται, κυρίως το καλοκαίρι, είτε αλλάζοντας θέση το φυτό μας, είτε φιλτράροντας το φως του με κάποια κουρτίνα ή σκίαστρο, καθώς μπορεί να δημιουργήσει εγκαύματα στα φύλλα των περισσότερων φυτών. Ιδανικά, ένα ανατολικό ή νοτιοδυτικό παράθυρο εκμεταλλεύεται καλύτερα το ηλιακό φως, όσον αφορά τη χρήση του από τα φυτά μας. Επίσης, δε σημαίνει ότι ένα σπίτι με βορινά παράθυρα είναι αδύνατο να φιλοξενήσει τους πράσινους φίλους μας. Πολύ απλά, γνωρίζοντας εξ’ αρχής το φως που δέχεται ο χώρος μας, μπορούμε να αποφασίσουμε ποια φυτά ταιριάζουν σε αυτόν.

 

Κατηγορίες Ηλιακού Φωτός στο Σπίτι μας

            Εν συνεχεία, αφού μπορέσαμε να αναγνωρίσουμε τον προσανατολισμό του χώρου μας και να υπολογίσουμε πόσες ώρες ήλιου δέχεται, ήρθε η ώρα να χωρίσουμε σε κατηγορίες το φως που δέχεται ένα φυτό, ανάλογα με τη θέση του στο χώρο. Η παρακάτω φωτογραφία είναι ενδεικτική.



            Η θέση Νο.1 που βρίσκεται συνήθως ακριβώς μπροστά στο παράθυρό μας περιγράφει το ‘άμεσο’ ηλιακό φως, το οποίο ανάλογα με τον προσανατολισμό του παραθύρου μπορεί να είναι πολύ ευεργετικό για ένα φυτό που αντέχει να το ακουμπάνε οι ακτίνες του ηλίου, αλλά βλαβερό για ένα φυτό που δεν του αρέσει να κοιτάει τον ήλιο στα μάτια.

            Τα εν λόγω φυτά θα αρέσκονται περισσότερο στη θέση Νο.2 της φωτογραφίας, όπου θα απολαμβάνουν αυτό που λέμε ‘έμμεσο’ ηλιακό φως, ζώντας σε έναν φωτεινό χώρο, χωρίς όμως οι ακτίνες του ήλιου να ακουμπάνε τα φύλλα του. Αυτή η θέση του (Νο.2) είναι και η θέση που προτιμά η συντριπτική πλειοψηφία των φυτών εσωτερικού χώρου. Είναι η μέση κατάσταση. Είναι η θέση που επιτρέπει σε έναν άνθρωπο να διαβάσει ξεκούραστα ένα βιβλίο κατά τη διάρκεια της ημέρας, χωρίς να χρησιμοποιεί κάποιο βοηθητικό φωτισμό. Κι αφού είναι ξεκούραστο για εμάς τους ανθρώπους, είναι και για τα φυτά μας!

            Τέλος, η θέση Νο.3 στη φωτογραφία περιγράφει το ‘χαμηλό’ φωτισμό. Είναι μία θέση που απέχει από το κοντινότερο παράθυρο πάνω από 2-3 μέτρα και βρίσκεται σε σκιερό σημείο εντός του χώρου μας, αλλά όχι απολύτως σκοτεινό. Σε αυτή τη θέση ταιριάζουν φυτά που στη φύση ζουν κάτω από τα φυλλώματα των ψηλότερων δέντρων του δάσους και δε δέχονται απευθείας ηλιακό φως. Τρανό παράδειγμα το ανθούριο με τα όμορφα άνθη του!  

            Συνοψίζοντας, πριν φέρουμε το επόμενο φυτό σπίτι μας είναι ιδανικό να κάνουμε πρώτα μια γρήγορη έρευνα στο διαδίκτυο αναφορικά με τις απαιτήσεις του σε φως. Κατόπιν, υπολογίζουμε εάν ο χώρος μας πληροί τις προϋποθέσεις, λαμβάνοντας υπόψιν τον προσανατολισμό του κοντινότερου παραθύρου. Τέλος, να σημειώσω πως η ποσότητα φωτός που δέχεται ένα φυτό δημιουργεί γύρω του ένα μικροκλίμα που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και τη συχνότητα ποτίσματος. Χοντρικά, όσο πιο πολύ φως έχουμε, τόσο μεγαλύτερες ανάγκες σε νερό. Περισσότερα για αυτό σε μελλοντικό άρθρο!

Δευτέρα 5 Απριλίου 2021

Λεμονιά σε γλάστρα. Γίνεται;



        Και η απάντηση είναι ΝΑΙ! Μιας και ο σύγχρονος τρόπος ζωής δεν επιτρέπει στους περισσότερους από εμάς να φυτεύουμε κάτι πέρα από γλάστρες, υπάρχει μία πολύ αποτελεσματική λύση για να απολαμβάνουμε μυρωδάτα και ζουμερά λεμόνια, που έχουμε καλλιεργήσει με τα χεράκια μας! Σε αυτό το άρθρο, θα ήθελα να σας αφηγηθώ τη δικιά μου αγάπη για τη λεμονιά και το πως κατάφερα να την διατηρώ στο χώρο μου παρόλο που δεν έχω χώρο να φυτέψω σε κάποιο παρτέρι! Η όλη ιστορία ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια οπότε και η λεμονιά που διατηρούσαμε στο χώμα της αυλής, μας άφησε χρόνους έπειτα από την επέλαση ενός δυνατού χιονιά. Έπειτα από την εκρίζωσή της και μιας και η φύτευση άλλης λεμονιάς στο ίδιο χώμα ήταν απαγορευτική (αποφεύγουμε να φυτεύουμε νέο εσπεριδοειδές εκεί που υπήρχε άλλο προηγουμένως, κυρίως λόγω νηματωδών στο έδαφος), αποφάσισα να επιλέξω μία γλάστρα. Τόσο μεγάλη είναι η αγάπη μου για αυτό το δέντρο, που δε με ένοιαζε να δω καρπούς - έστω να απολαμβάνω το υπέροχο άρωμα των λουλουδιών της! Αυτό μου αρκούσε!

        Το θέμα τώρα ήταν να λύσω δύο βασικά προβλήματα του όλου project! Ποια ποικιλία να διαλέξω, αλλά και ποιο μέγεθος γλάστρας θα ήταν το ιδανικό. Όσον αφορά στο πρώτο ερώτημα, γνώριζα πως υπάρχουν ποικιλίες λεμονιάς που είναι ιδανικές για φύτευση σε δοχεία, με κοντή ανάπτυξη και ρηχό ριζικό σύστημα. Εγώ όμως πήγα κόντρα στη θεωρία και επέλεξα μία κανονική ποικιλία που στο χώμα φτάνει αρκετά μέτρα σε ύψος. Συγκεκριμένα, το νεαρό δεντρύλλιο που επέλεξα ήταν της πολύφορης ποικιλίας Αδαμοπούλου (πολύφορη = βγάζει λεμόνια όλο το χρόνο). Ένα δεντράκι μόλις 1,5 ετών. Αυτό σήμαινε πως θα έπαιρνε αρκετό καιρό να δω λεμόνια. Δε με ένοιαζε όμως αυτό! 

 Η μικρή λεμονιά μετά τη φύτευση


        Το δεύτερο ερώτημα αφορούσε στο μέγεθος της γλάστρας. Προσοχή! Σε πρώτο επίπεδο δεν είχα τους καρπούς κατά νου, αλλά να μπορώ να διατηρώ ένα δέντρο του είδους αυτού για καλλωπιστικούς λόγους. Οι ρίζες μιας λεμονιάς σε πλήρη ανάπτυξη φτάνουν κατά μέσο όρο τα 2 μέτρα σε βάθος. Δεν έχει δηλαδή πολύ βαθιές ρίζες. Άρα με αυτό κατά νου γνώριζα ότι από το δεντράκι αυτό δε θα δω μεγάλη ποσότητα σε καρπούς, καθώς μέσα σε μία γλάστρα δε θα έχει την ανάπτυξη που χρειάζεται. Για να μην πλατειάζω, επέλεξα μία πλαστική γλάστρα διαμέτρου 55cm και ύψους 50cm. Στον πάτο της γλάστρας τοποθέτησα 10-15cm πέτρες ελαφρόπετρας για να στραγγίζει το νερό πιο εύκολα. Πάνω από τις πετρούλες τοποθέτησα μία στρώση γεωύφασμα για να μην περνάει το χώμα μέσα στην  ελαφρόπετρα  (αυτό το βήμα δεν ήταν απαραίτητο) και έπειτα φύτεψα. Παρακάτω παραθέτω εικόνες από τα υλικά που ανέφερα, τα οποία τυχαίνει να είναι πολύ φτηνά και διαθέσιμα σε όλα τα οργανωμένα φυτώρια.
          Ελαφρόπετρα

Γεωύφασμα εδαφοκάλυψης

        Το επόμενο βήμα ήταν η επιλογή του χώματος. Για αυτό επέλεξα ένα συνδυασμό από 50% φυτόχωμα γενικής χρήσης, 30% κομπόστ (οργανική ουσία πλούσια σε θρεπτικά συστατικά) και 20% περλίτη. Ο περλίτης είναι ένα εδαφοβελτιωτικό που επιτρέπει στο χώμα να κατακρατά όσο νερό χρειάζεται, αλλά να αποστραγγίζει το περίσσιο, αποφεύγοντας έτσι το σάπισμα της ρίζας. Υπάρχουν βέβαια και έτοιμα φυτοχώματα που περιέχουν περλίτη και δε χρειάζεται να προμηθευτείς ξεχωριστά. Εγώ όμως επέλεξα για ακόμη μια φορά τον πιο DIY δρόμο. ΚΑΙ ο περλίτης πωλείται στα περισσότερα φυτώρια.

 Περλίτης στο χώμα 

        Αφού λοιπόν ανακάτεψα τα τρία αυτά συστατικά καλά και έγιναν ένα, προχώρησα στη φύτευση της λεμονιάς. Σε αυτό το σημείο θέλει προσοχή! Αφού έβγαλα το μικρό δέντρο από το γλαστράκι στο οποίο ήρθε φυτεμένο από το φυτώριο, το φύτεψα με τέτοιο τρόπο ώστε η επιφάνεια της 'μπάλας' του φυτού να βρίσκεται στο ίδιο ύψος και μετά τη φύτευση! Με λίγα λόγια πρόσεξα να μη φυτέψω τη λεμονιά μου πολύ βαθιά μέσα στο χώμα. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε το δέντρο θα σάπιζε μετά από 1-2 μήνες. Προσοχή λοιπόν με το ύψος φύτευσης! Τέλος, προαιρετικά επέλεξα στην επιφάνεια του χώματος να τοποθετήσω 2 εκατοστά φλοιό πεύκου σαν εδαφοκάλυψη. Έτσι, κατά τους χειμερινούς μήνες προστατεύονται οι επιφανειακές ρίζες από το κρύο, ενώ το καλοκαίρι με τις υψηλές θερμοκρασίες το χώμα κρατάει περισσότερο νερό. 
        Τώρα ίσως να αναρωτιέστε εάν 2 χρόνια μετά η λεμονιά ζει! Οι ρίζες της δεν ασφυκτιούν μέσα σε τόσο μικρή γλάστρα; Η απάντηση είναι η παρακάτω..
 
        
        Όπως φαίνεται και στην εικόνα, αποφάσισα να επιθεωρήσω τις ρίζες του φυτού. Το ριζικό σύστημα είχε γεμίσει σχεδόν όλο τον όγκο της γλάστρας! Άρα η θεωρία λέει ότι πρέπει να μπει σε μεγαλύτερη γλάστρα......αυτό που έκανα εγώ όμως ήταν να αφαιρέσω περίπου το 10-20% του κάτω μέρους της ρίζας, κατόπιν να συμπληρώσω φρέσκο χώμα και να ξανά τοποθετήσω το δέντρο στην ΙΔΙΑ γλάστρα! Και σε συνδυασμό με ένα κλάδεμα του δέντρου (για να μην ξεφύγει το δέντρο σε ύψος), η λεμονίτσα θα μπορέσει να παραμείνει στο ίδιο δοχείο για άλλα 2 χρόνια. Η διαδικασία αυτή έγινε το περασμένο φθινόπωρο και τώρα Απρίλη μήνα, το δέντρο έχει αυτή την ανάπτυξη, όντας γεμάτο μπουμπούκια και καινούρια φύλλα.  




        Να πω σε αυτό το σημείο πως η λεμονιά διατηρείται σε χαμηλό ύψος, τόσο με το κλάδεμα όσο και με την αφαίρεση μέρους της ρίζας ανά 2 χρόνια. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στόχος είναι σε βάθος χρόνου το δέντρο να έχει μία εμφάνιση τύπου bonsai, με συμπαγές σχήμα φυλλώματος και χοντρά κλαδιά. Κάποια στιγμή θα έρθει ή ώρα για μεταφύτευση στο επόμενο μέγεθος γλάστρας, καθώς θα έχει μείνει μόνο ρίζα, αλλά με την τεχνική του κλαδέματος και της αφαίρεσης της ρίζας αυτό γίνεται πολύ πιο αραιά. Αυτή λοιπόν ήταν η εμπειρία μου με τη λεμονιά σε γλάστρα. Παρόμοια τεχνική μπορεί να εφαρμοστεί και με άλλα εσπεριδοειδή στη γλάστρα, όπως την πορτοκαλιά, τη μανταρινιά και το κουμ κουάτ. 

Σημείωση 1: Η λεμονιά στη γλάστρα χρειάζεται βιολογικό λίπασμα πλούσιο σε κάλιο 2 φορές το χρόνο (αρχές άνοιξης και τέλη καλοκαιριού, μετά τις μεγάλες ζέστες) για να συντηρήσει το πλούσιο, πράσινο φύλλωμά της). Επίσης, στην ίδια συχνότητα λιπαίνουμε με υδατοδιαλυτό σίδηρο και μαγνήσιο για να αποφύγουμε τυχόν τροφοπενίες (τα νεύρα των φύλλων γίνονται κίτρινα και το φύλλωμα αρχίζει και κιτρινίζει). Γενικά, το κάλιο, ο σίδηρος και το μαγνήσιο είναι πολύ σημαντικά για τη λεμονιά στη γλάστρα και όχι μόνο!)

Σημείωση 2: Η λεμονιά σε γλάστρα να τοποθετείται σε σημείο το οποίο είναι προφυλαγμένο από τον αέρα, αλλά και το μεσημεριανό ήλιο του καλοκαιριού, καθώς και οι δύο αυτοί παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν έντονη φυλλόπτωση, από την οποία ναι μεν το φυτό συνέρχεται την άνοιξη, καταπονείται δε σε μεγάλο βαθμό.

Σημείωση 3: Μιας και το project 'λεμονιά σε γλάστρα' είναι συνεχές, επιφυλάσσομαι για περαιτέρω αναφορά στο μέλλον! 

ΤΟΛΜΗΣΤΕ ΤΟ!